+ Ο Μέγας Βασίλειος γεννήθηκε το 329 μ.Χ., κατ' άλλους το 330 μ.Χ., στη Νεοκαισάρεια του Πόντου στο χωριό Άννησα και μεγάλωσε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Τα δε εγκυκλοπαιδικά λεξικά αναφέρουν σαν πατρίδα του Μ. Βασιλείου την Καισαρεία της Καππαδοκίας. Είχε 8 αδέρφια, 3 αγόρια και πέντε κορίτσια. Από τα 4 αγόρια τα 3 αγόρια έγιναν επίσκοποι (ο Βασίλειος Καισαρείας, ο Γρηγόριος Νύσσης και ο Πέτρος Σεβάστειας) και το ένα μοναχός (ο Ναυκράτιος). Από τις 5 αδερφές του η πρώτη, και συγχρόνως το πιο μεγάλο παιδί της οικογένειας, η Μακρίνα, έγινε μοναχή. Οι γονείς του Βασίλειος (και αυτός), που καταγόταν από την Νεοκαισάρεια του Πόντου και Εμμέλεια, που καταγόταν από την Καππαδοκία, αν και κατά κόσμον ευγενείς και πλούσιοι, είχαν συγχρόνως και ακμαιότατο χριστιανικό φρόνημα. Αυτοί μάλιστα έθεσαν και τις πρώτες -καθοριστικής σημασίας- πνευματικές βάσεις του Αγίου.
Με εφόδιο αυτή τη χριστιανική ανατροφή, ο Βασίλειος αρχίζει μια καταπληκτική ανοδική πνευματική πορεία. Έχοντας τα χαρίσματα της ευστροφίας και της μνήμης, κατακτά σχεδόν όλες τις επιστήμες της εποχής του. Και το σπουδαιότερο, κατακτά τη θεία θεωρία του Ευαγγελίου, που την κάνει αμέσως πράξη με την αυστηρή ασκητική ζωή του.
Ας αναφέρουμε όμως, περιληπτικά, την πορεία των δραστηριοτήτων του. Μετά τις πρώτες του σπουδές στην Καισαρεία και κατόπιν στο Βυζάντιο, επισκέφθηκε, νεαρός ακόμα, την Αθήνα, όπου επί τέσσερα χρόνια συμπλήρωσε τις σπουδές του, σπουδάζοντας φιλοσοφία, ρητορική, γραμματική, αστρονομία και ιατρική, έχοντας συμφοιτητές του τον Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό (τον θεολόγο) και τον Ιουλιανό τον Παραβάτη.
Από την Αθήνα επέστρεψε στην Καισαρεία και δίδασκε την ρητορική τέχνη. Αποφάσισε όμως, να ακολουθήσει τη μοναχική ζωή και γι' αυτό πήγε στα κέντρα του ασκητισμού, για να διδαχθεί τα της μοναχικής πολιτείας στην Αίγυπτο, Παλαιστίνη, Συρία και Μεσοποταμία. Όταν επέστρεψε, αποσύρθηκε σε μια Μονή του Πόντου, αφού έγινε μοναχός, και ασκήθηκε εκεί με κάθε αυστηρότητα για πέντε χρόνια (357 - 362 μ.Χ.). Ήδη τέλεια καταρτισμένος στην Ορθόδοξη Πίστη, χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος από τον επίσκοπο Καισαρείας Ευσέβιο. Ο υποδειγματικός τρόπος της πνευματικής εργασίας του δεν αργεί να τον ανεβάσει στο θρόνο της αρχιεροσύνης, διαδεχόμενος τον Ευσέβιο στην επισκοπή της Καισαρείας (370 μ.Χ.). Με σταθερότητα και γενναίο φρόνημα, ως αρχιερέας έκανε πολλούς αγώνες για την Ορθόδοξη Πίστη. Με τους ορθόδοξους λόγους που συνέγραψε, κατακεραύνωσε τα φρονήματα των κακοδόξων.
Στους αγώνες του κατά του Αρειανισμού αναδείχτηκε αδαμάντινος, ούτε κολακείες βασιλικές του Ουάλεντα (364 - 378 μ.Χ.), που πήγε αυτοπροσώπως στην Καισαρεία για να τον μετατρέψει στον Αρειανισμό, ούτε οι απειλές του Μόδεστου μπόρεσαν να κάμψουν το ορθόδοξο φρόνημα του Αγίου. Υπεράσπισε με θάρρος την Ορθοδοξία, καταπλήσσοντας τον βασιλιά και τους Αρειανούς. Ακόμα, αγωνίστηκε κατά της ηθικής σήψεως και επέφερε σοφές μεταρρυθμίσεις στο μοναχισμό.
Η δε υπόλοιπη ποιμαντορική δράση του, υπήρξε απαράμιλλη, κτίζοντας την περίφημη «Βασιλειάδα», συγκρότημα με ευαγή Ιδρύματα, όπως φτωχοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο, ξενοδοχείο και νοσοκομείο κ.ά., όπου βρήκαν τροφή και περίθαλψη χιλιάδες πάσχοντες κάθε ηλικίας, γένους και φυλής.
Ο Μέγας Βασίλειος έχει πλούσιο και σημαντικό συγγραφικό έργο. Τα κυριότερα έργα του είναι οι 9 ομιλίες στην Εξαήμερο, ομιλίες στους Ψαλμούς, πολλές και διάφορες άλλες ομιλίες, ασκητικά έργα και επιστολές. Εκτός των άλλων έργων του, έγραψε και Θεία Λειτουργία, που, μετά την επικράτηση αυτής της συντομότερης του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, τελείται 10 φορές το χρόνο: την 1η Ιανουαρίου (όπου γιορτάζεται και η μνήμη του), τις πρώτες πέντε Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής, τις παραμονές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων, την Μ. Πέμπτη και το Μ. Σάββατο.
Στα πενήντα του χρόνια ο Μέγας Βασίλειος, εξαιτίας της ασθενικής κράσεώς του και της αυστηρής ασκητικής ζωής του (ορισμένες πηγές λένε από βαριά αρρώστια του ήπατος ή των νεφρών), την 1η Ιανουαρίου του 378 μ.Χ. ή κατ' άλλους το 379 με 380 μ.Χ., εγκαταλείπει το φθαρτό και μάταιο αυτό κόσμο, αφήνοντας παρακαταθήκη και Ιερή κληρονομιά στην ανθρωπότητα ένα τεράστιο πνευματικό έργο.
Το συγγραφικό έργο του
Τα έργα του κατατάσσονται σε τέσσερεις κατηγορίες:
Δογματικά συγγράμματα.
α) «Ανατρεπτικός του Απολογητικού του δυσσεβούς Ευνομίου». Αποτελείται από τρία βιβλία και καταφέρεται ενάντια του αρχηγού των Ανομοίων Ευνομίου.
β) «Προς Αμφιλόχιον, περί του Αγίου Πνεύματος». Επιστολική πραγματεία προς τον επίσκοπο Ικονίου Αμφιλόχιο σχετικά με το Άγιο Πνεύμα.
Ασκητικά συγγράμματα.
α) «Τα Ηθικά». Συλλογή 80 ηθικών κανόνων.
β) «Όροι κατά πλάτος». Περιέχει 55 κεφάλαια με θέμα γενικές αρχές του μοναχισμού.
γ) «Όροι κατ’ επιτομήν». Περιέχει 313 κεφάλαια που αναφέρονται στην καθημερινή ζωή των μοναχών.
δ) «Περί πίστεως».
ε) «Περί κρίματος».
στ) «Περί της εν παρθενία αληθούς αφθορίας». Έργο σχετικό με την παρθενική ζωή.
Επιστολές.
Σώζονται 365 επιστολές με το όνομα του Μεγάλου Βασιλείου, που καλύπτουν την εικοσαετία από την επιστροφή του στην Καισάρεια από την Αθήνα έως και το θάνατό του.
Ἀπολυτίκιον
Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου, ὡς δεξαμένην τὸν λόγον σου· δι' οὗ θεοπρεπῶς ἐδογμάτισας, τὴν φύσιν τῶν ὄντων ἐτράνωσας, τὰ τῶν ἀνθρώπων ἤθη κατεκόσμησας. Βασίλειον ἱεράτευμα, Πάτερ Ὅσιε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
--------------------------------------------------------------
+ Saint Basil was born about 330 at Caesarea in Cappadocia. He came from a wealthy and pious family which gave a number of saints, including his mother Saint Emily (also styled Emilia or Emmelia), grandmother Saint Macrina the Elder, sister Saint Macrina the Younger and brothers Saints Gregory of Nyssa and Peter of Sevaste. It is also a widely held tradition that Saint Theosebia was his youngest sister, who is also a saint in the Church.
While still a child, the family moved to Pontus; but he soon returned to Cappadocia to live with his mother's relations, and seems to have been brought up by his grandmother Macrina. Eager to learn, he went to Constantinople and spent four or five years there and at Athens, where he had the future emperor Julian for a fellow student and became friends with Gregory the Theologian. Both Basil and Gregory were deeply influenced by Origen and compiled an anthology of uncondemned writings of Origen known as the Philokalia (not to be confused with the later compilation of the same name).
It was at Athens that he seriously began to think of religion, and resolved to seek out the most famous hermit saints in Syria and Arabia, in order to learn from them how to attain enthusiastic piety and how to keep his body under submission by asceticism.
After this we find him at the head of a convent near Arnesi in Pontus, in which his mother Emily, now a widow, his sister Macrina and several other ladies, gave themselves to a pious life of prayer and charitable works. Basil sided with those who overcame the aversion to the homoousios in common opposition to Arianism, thus drawing nearer to Saint Athanasius the Great.
He was ordained presbyter of the Church at Caesarea in 365, and his ordination was probably the result of the entreaties of his ecclesiastical superiors, who wished to use his talents against the Arians, who were numerous in that part of the country and were favoured by the Arian emperor, Valens, who then reigned in Constantinople.
In 370 Eusebius, bishop of Caesarea, died, and Basil was chosen to succeed him. It was then that his great powers were called into action. Caesarea was an important diocese, and its bishopwas, ex officio, exarch of the great diocese of Pontus. Hot-blooded and somewhat imperious, Basil was also generous and sympathetic. His zeal for orthodoxy did not blind him to what was good in an opponent; and for the sake of peace and charity he was content to waive the use of orthodox terminology when it could be surrendered without a sacrifice of truth.
With all his might he resisted the emperor Valens, who strove to introduce Arianism into his diocese, and impressed the emperor so strongly that, although inclined to banish the intractable bishop, he left him unmolested. To an imperial prefect, astonished at Saint Basil's temerity, he said, "Perhaps you have never before dealt with a proper bishop."
To save the Church from Arianism, Basil entered into connections with the West, and with the help of Athanasius, he tried to overcome its distrustful attitude toward the Homoousians. The difficulties had been enhanced by bringing in the question as to the essence of the Holy Spirit. Although Basil advocated objectively the consubstantiality of the Holy Spirit with the Father and the Son, he belonged to those, who, faithful to Eastern tradition, would not allow the predicate homoousios to the former; for this he was reproached as early as 371 by the Orthodox zealots among the monks, and Athanasius defended him.
His relations also with Eustathius were maintained in spite of dogmatic differences and caused suspicion. On the other hand, Basil was grievously offended by the extreme adherents of Homoousianism, who seemed to him to be reviving the Sabellian heresy.
He did not live to see the end of the unhappy factional disturbances and the complete success of his continued exertions in behalf of Rome and the East. He suffered from liver illness and his excessive ascetism seems to have hastened him to an early death. A lasting monument of his episcopal care for the poor was the great institute before the gates of Caesarea, which was used as poorhouse, hospital, and hospice.
Troparion (Tone 1)
- Your proclamation has gone out into all the earth
- Which was divinely taught by hearing your voice
- Expounding the nature of creatures,
- Ennobling the manners of men.
- O holy father of a royal priesthood,
- Entreat Christ God that our souls may be saved.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου