Codes: 078, 0781, 0782, 0783
Welcome!! - Καλως ορίσατε!! © All the images are copyrighted and All Rights Reserved. They may not be used or reproduced in any way without my explicit written permission.
Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2020
Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2020
Αγία Αικατερίνη η μεγαλομάρτυρας - Saint Cathrine the Great Martyr
20x25cm - 5.9x 7.8inch.
Troparion — Tone 4
By your virtues as by rays of the sun you enlightened the unbelieving philosophers, / and like the most bright moon you drove away the darkness of disbelief from those walking in the night; / you convinced the queen, and also chastised the tyrant, / God-summoned bride, blessed Catherine. / You hastened with desire to the heavenly bridal chamber of the fairest Bride-groom Christ, / and you were crowned by Him with a royal crown; / standing before Him with the angels, pray for us who keep your most sacred memory.
Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος - Saint John the Baptist
20x25cm - 5.9x 7.8inch.
APOLYTIKION FOR ST. JOHN THE BAPTIST 7th January Tone 2
The memory of the just is praised,* but thou art well pleased, O Forerunner, with the testimony of the Lord. * For thou hast verily been shown forth as more honoured than the prophets, * since thou wast counted worthy to baptize in the stream Him whom they foretold. * Therefore, having mightily contended and suffered for the truth, * with joy thou hast preached also to those in Hades, * of God's manifestation in the flesh, * who takes away the sin of the world * and grants unto us great mercy.
Τετάρτη 21 Οκτωβρίου 2020
Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2020
Αγία Ολυμπιάδα η διακόνισσα - Saint Olympiada the Deaconess
20x 30cm - 7.8x 11.8 inch.
Egg tempera
Βιογραφία Η Ολυμπιάδα έζησε στα χρόνια των Πατριαρχών Νεκταρίου και Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου (395 μ.Χ.). Ο πατέρας της Ακούνδος είχε το αξίωμα του κόμητος. Κατ' άλλους όμως ονομαζόταν Σέλευκος. Η Ολυμπιάδα είχε μεγάλη σωματική ωραιότητα, ευφυΐα, παιδεία, και πολλά πλούτη. Παντρεύτηκε τον έπαρχο Κωνσταντινούπολης Νευρίδιο, αλλά αυτός μετά από λίγο χρόνο πέθανε και έτσι η Ολυμπιάδα έμεινε χήρα σε πολύ μικρή ηλικία. Ο αυτοκράτωρ Θεοδόσιος προσπάθησε να την πείσει να πάρει δεύτερο άνδρα, κάποιο αξιωματούχο Ελπίδιο. Αυτή όμως, τιμώντας τη μνήμη του άντρα της και φλεγόμενη από τον πόθο να υπηρετήσει την Εκκλησία με τα πλούτη της, απέρριψε το δεύτερο γάμο. Αφοσιώθηκε λοιπόν στο μέγα αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινούπολης Ιωάννη το Χρυσόστομο και γεμάτη ενθουσιασμό έδωσε στην αρχιεπισκοπή του χιλιάδες χρυσά νομίσματα και κτήματα. Μέσα στην Εκκλησία είχε τον τίτλο της Διακόνισσας. Ίδρυσε μάλιστα και μοναστήρι, κοντά στο ναό της αγίας Ειρήνης. Αργότερα, όταν ο Χρυσόστομος εξορίστηκε, η Ολυμπιάδα έπεσε σε βαθύ πένθος. Για να την παρηγορήσει ο μέγας ιεράρχης, της έστειλε αρκετές επιστολές (σώζονται 17). Πέθανε εξορισμένη στη Νικομήδεια, μόλις 50 ετών, λίγο μετά από το θάνατο του ιερού Χρυσοστόμου. Εορτάζει στις 25 Ιουλίου εκάστου έτους. ----------------------------- Commemorated on July 25 Saint Olympiada the Deaconess was the daughter of the senator Anicius Secundus, and by her mother she was the grand-daughter of the noted eparch Eulalios (he is mentioned in the account about the miracles of Saint Nicholas). Before her marriage to Anicius Secundus, Olympiada's mother had been married to the Armenian emperor Arsak and became widowed. When Saint Olympiada was still very young, her parents betrothed her to a nobleborn youth. The marriage was supposed to take place when Saint Olympiada reached the age of maturity. The bridegroom soon however died, and Saint Olympiada did not wish to enter into another marriage, but instead preferred a life of virginity. After the death of her parents she became the heir to great wealth, which she began top distribute with a general hand to all the needy: the poor, the orphaned and the widowed; she likewise gave significant monies to the churches, monasteries, hospices and shelters for the downtrodden and the homeless. |
Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2020
Όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής/ Παναγία Πλατυτέρα/ Όσιος γέροντας Εφραίμ - Saint Joseph the Hesyhast/ Panagia Platytera/ Elder Ephraim of Arizona
St. Joseph the Hesychast - Commemorated August 16 / 28th .
The offspring of Athos and the great adornment of Monks, * defender of ascesis, haven of silence and prayer, * our Father you were revealed to be, * through your life you showed us, Grace's ways of salvation, * saving through your entreaties those who faithfully pray to you. * And therefore intercede with the Lord, * O Righteous Father Joseph.
On December 7th, 2019 at 10pm (Mountain Standard Time), Elder Ephraim fell asleep in the Lord at St. Anthony's Greek Orthodox Monastery in Florence, Arizona.
Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2020
Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2020
Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2020
Τρίτη 25 Αυγούστου 2020
Τετάρτη 3 Ιουνίου 2020
Άγιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής - Saint Joseph the Hesychast
45x60cm - 17.7x23.6inch.
Egg tempera and gold leaf 23k background
2020.
|
Η κατά κόσμον καταγωγή του μακαρίου αυτού Γέροντος ήταν από την νήσο Πάρο. Στα χρόνια που γεννήθηκε οι αξίες που χαρακτηρίζουν την ευγένεια του ανθρώπου έναντι των άλλων δημιουργημάτων ήταν ακόμη πολύ ισχυρές, όπως και στην δική του φτωχή κατά τα άλλα οικογένεια· γεγονός που του δώρισε άριστες αρχές και ενάρετο χαρακτήρα. Πολύ σύντομα έμεινε ορφανός από πατέρα και αυτό του στέρησε την δυνατότητα να έχει ιδιαίτερες σπουδές. Τελείωσε την Β Δημοτικοῦ, ώστε μόλις είχε τη δυνατότητα απλώς να διαβάζει και να γράφει χωρίς σωστό συντακτικό και με πολλά ορθογραφικά λάθη. Εργαζόταν στον τόπο της γεννήσεώς του, τελείωσε τη στρατιωτική του θητεία στο Ναυτικό και σε ηλικία περίπου 23 ετών βρισκόταν στην Αθήνα σαν μικροπωλητής.
Το μέρος εκεί ήταν απόμερο και ήσυχο, αλλά ήταν πιο εκτεθειμένο στους καιρούς. Έτσι, το κρύο ήταν περισσότερο, ώσπου τον πείσαμε να του βάλουμε λίγη θέρμανσι με καμμιά σόμπα. Πήρα, εγώ ο ευτελής, τα μέτρα και ετοίμασα τα υλικά, για να την φτιάξω με λαμαρίνα απ έξω και μέσα χτιστή με πηλό. Ετοιμάστηκα για την επομένη, όπως του έταξα αποβραδίς, και το πρωί μάζεψα τα εργαλεία μου και τα υλικά και πήγα κάπου εκεί κοντά να την φτιάξω και να την τοποθετήσω μετά. Έβαλα μετάνοια, όπως πάντα, και άρχισα με καλό καιρό, γιατί δούλευα έξω στο ύπαιθρο.
Μόλις μέτρησα και έκοψα τα εξαρτήματα και άρχισα να δουλεύω, χάλασε απότομα ο καιρός. Μετά, εύρισκα μια παράξενη δυσκολία σε ο,τιδήποτε και αν επιχειρούσα να κάμω. Φυσούσε ένας παράξενος αέρας, πού δεν είχε κατεύθυνσι προς κανένα σημείο, μόνο σήκωνε τα πάντα κατ επάνω μου και μου φερνε στο πρόσωπο ο,τιδήποτε βρισκόταν στον τόπο: λαμαρίνες, σανίδες, παλιόχαρτα και άμμο. Παραδόξως μου έφευγαν τα εργαλεία και κατρακυλούσαν μακριά χωρίς λόγο, διότι ο τόπος δεν ήταν παντελώς κατωφερής. Τα καρφιά στράβωναν χωρίς λόγο, με την παραμικρή πίεσι, έσπαζαν τα τρυπάνια, άλλαζαν τα σχέδια μου, πού τα είχα μετρημένα και κομμένα με ακρίβεια.
Στην αρχή δεν υπελόγισα τίποτε και βιαζόμουν να επαναφέρω τα πράγματα στην ταξί και να συνεχίσω. Σε λίγο όμως το πράγμα έγινε πολύ αισθητό, ότι κάτι συνέβαινε. Σταμάτησα λίγο όμως, γιατί είχα κατασυντρίψει κυριολεκτικά και όλα μου τα δάχτυλα, και μια παράξενη ταραχή μέσα μου, μου προκαλούσε οργή, σύγχυσι, ανυπομονησία. «Περίεργο πράγμα, λέω, κάτι συμβαίνει»! Εν τω μεταξύ και ο καιρός επεδεινώθη, πού με ανάγκασε να διακόψω, και πήγα στον Γέροντα. Αυτή η κατασκευή απαιτούσε δυο με τρεις, το πολύ, ώρες δουλειά και πέρασαν περισσότερο από έξι ώρες, χωρίς να έχω κάνει τίποτα.
Τότε θυμήθηκα κάτι πού μου είχε πη ο Γέροντας το πρωί, όταν ξεκίνησα, και δεν το έλαβα υπ όψι. «Άντε να δούμε, μου είχε πη, θα κάμης τίποτε σήμερα;». Εγώ δεν έδωσα σημασία στο νόημα αυτών των λέξεων, αλλά σκέφτηκα πώς το είπε για να με ταπείνωση ίσως, γιατί ήξερα αυτή τη δουλειά. Μάλιστα φιλοδοξούσα να τελειώσω και συντομώτερα καν επιτυχέστερα, για να τον αναπαύσω, και με την κρυφή χαρά πώς μας επέτρεψε να του βάλωμε θέρμανσι και αυτό θα το έκανα μόνος μου εγώ!
Πήγα, λοιπόν, του χτύπησα την πόρτα και μου άνοιξε. Μόλις με είδε ταραγμένο, άρχισε να γελάη.
«Γέροντα, λέω, τι συμβαίνει εδώ; και γιατί μου είπες το πρωί σαν πρόρρησι, αν τελειώσω Αφού ξέρεις πώς για μένα τούτο ήταν παιχνίδι». «Εσύ τι συμπέρανες πώς ήταν», μου είπε χαριεντιζόμενος. «Πειρασμός, του είπα, σατανική ενέργεια». «Αυτό ήταν, μου απάντησε. Και άκουσε να μάθης το φαινόμενο σε σένα μυστήριο. Το βράδυ στην προσευχή μου, όταν τελείωσα και ήθελα να ησυχάσω, είδα τον σατανά και απειλούσε να μου κάμη εμπόδια και πειρασμό στην απόφασί μου, πού είχα προγραμματίσει. Κι εγώ είπα στον Χριστό μας- Κύριέ μου, μη τον εμπόδισης, για να του δείξω πώς σε αγαπώ και θα υπομείνω το κρύο, όσο επιτρέψης Εσυ. Και αυτός ήταν ο λόγος, παιδί μου, πού έγιναν όλα αυτά, για να μην έχω σύντομα θέρμανσι, καθώς σεις επιθυμούσατε να μου ετοιμάσετε».
Εγώ, ο μάρτυς αυτού του δράματος, όταν άκουσα αυτή την λεπτομέρεια και τα μυστήρια της κρυπτής προνοίας, με τα οποία λειτουργεί ο πνευματικός νόμος, έμεινα κατάπληκτος και εν σιωπή μονολογούσα· «Μέγας ει, Κύριε, και θαυμαστά τα έργα σου και ουδείς λόγος εξαρκέσει προς ύμνον και δόξαν των θαυμάσιων Σου»! Το γεγονός αυτό με βοήθησε να καταλάβω τη δύναμι του λόγου των Γερόντων, πού κατά τον αββά Ποιμένα και τον αββά Δωρόθεο- κρύβουν μέσα τους δύναμι και ενέργεια της χάριτος, σαν δείγμα της προσωπικής των καταστάσεως και πείρας.
Όταν κανείς θεωρητικά για κάποιο διάστημα της ζωής του ευτυχεί δεν έχει καιρό να θέτει ερωτήματα που αφορούν την ύπαρξή του. Απολαμβάνει για λίγο την ηδονή που προκύπτει από ευτυχή γεγονότα και ακόμη περισσότερο φαντάζεται ότι έχει την δυνατότητα να επεκτείνεται ευτυχώντας έως ότου να πετύχει την ύψιστη ανάπαυση και χαρά του. Αυτό συνήθως συμβαίνει στις πιο μικρές ηλικίες, όταν άλλοι έχουν τις πραγματικές ευθύνες για τη ζωή του -και μάλιστα στην σύγχρονη εποχή για αρκετό χρονικό διάστημα- εφόσον τελειώνει κανείς τις σπουδές του σε ώριμη ηλικία.
Όταν σιγά-σιγά συναντούμε τις πρώτες δυσκολίες της ζωής, που δεν αποκλείεται να συμβεί και σε μικρή ηλικία, τότε αρχίζει ο προβληματισμός. Προβάλλονται και εντελώς φυσικά στο νου του ανθρώπου, ερωτήματα: Γιατί υπάρχω; Ποιό το νόημα σε αυτήν την ζωή; Ποιά είναι η αλήθεια όσον αφορά το πρόσωπό μου και τον κόσμο που ζω; Όταν απαντηθεί το ερώτημα ποιά είναι η αλήθεια, τότε μπορεί να δώσει ουσιαστική λύση σε κάθε άλλο ερώτημα. Κάποτε αυτό το ερώτημα είχε τεθεί στον Χριστό από τον Πιλάτο «Τι εστίν αλήθεια;» (Ιω. 18,38) και φυσικά δεν περίμενε απάντηση. Το ερώτημα αυτό κουράζει, απογοητεύει· σκέπτεται κανείς ότι δεν υπάρχει απάντηση.
Σίγουρα κάθε τι που δημιουργεί χαρά η ηδονή δεν είναι ταυτόχρονα και ευτυχία. Αυτό καθορίζει μια λεπτομερή παρατήρηση, που προέρχεται από την γνώση των ενεργειών που προσδίδονται στον ψυχικό μας κόσμο όταν αποφασίσουμε να υλοποιήσουμε την μία η την άλλη σκέψη.
Υπάρχουν παράλογες ηδονές που ξεγελούν τον άνθρωπο. Παρουσιάζονται σαν ευτυχίες και αλήθεια και ενεργούμενες δημιουργούν την γνώση της πικρίας και απογοητεύσεως. Αυτό φαίνεται καθημερινά σε όλους τους τομείς της ζωής, η στα απεριόριστα πλούτη, η στην κατάργηση της προσωπικότητος του άλλου φύλου τρυγώντας μόνο στην σωματική ηδονή με ψεύτικα αισθήματα.
Η αλήθεια όμως είναι πρόσωπο και το πρόσωπο αυτό αποκαλύφθηκε «Εγώ ειμί η αλήθεια» (Ιω. 14,6). Ταυτόχρονα αυτός είναι και η αγάπη διότι «ο Θεός αγάπη εστίν» (Α Ἰω. 4,8). Η πνευματική αγάπη δεν απομονώνεται στον εαυτό της αλλά ζει την ευτυχία της μέσα στο άλλο πρόσωπο.
Η παρουσία του προσώπου Χριστού-Θεού στην γη ήταν μια προσφορά πρακτικής θυσίας-αγάπης και η αγάπη αυτή προερχόταν από την εσωτερική ενέργεια του φωτός της Θεότητος, που έκρυβε μέσα του και άφησε να φανεί εξωτερικά στο όρος Θαβώρ, στην Μεταμόρφωσή Του. Η προσωπική Του ζωή είναι η αλήθεια για κάθε άνθρωπο, η αλήθεια όμως εφαρμοσμένη σαν θυσία αγάπης, ανιδιοτελούς προς τον συνάνθρωπο. Όλες οι εντολές του οδηγούν στην αλήθεια, στην αγάπη, στο φως, στην απομίμηση των αρετών του θεϊκού Του προσώπου.
Μόνο όποιος αποφασίσει να περάσει σε ένα “στάδιο” αυτοθυσίας μπορεί να κατανοήσει ότι μέσα από τους κόπους για την απόκτηση της αγάπης προς όλους, ακόμη και προς τους εχθρούς, πηγάζει μέσα στην καρδιά του η ενέργεια του φωτός εκείνου που ανακαινίζει, μεταμορφώνει τελείως τον εσωτερικό άνθρωπο και τον ανεβάζει στην ύψιστη επιτυχία και σκοπό της ζωής, την θέωση της ανθρώπινης φύσεως, την υιοθεσία, την νίκη κατά του θανάτου, την αιώνια ανάστασή του.
Μέσα στην ορθόδοξη παράδοση άπειροι ήταν οι μάρτυρες αυτής της οδού και ιδίως στον ελληνικό χώρο.
Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής έζησε στο Άγιον Όρος από το 1921 έως το 1959.
Η κατά κόσμον καταγωγή του μακαρίου αυτού Γέροντος ήταν από την νήσο Πάρο. Στα χρόνια που γεννήθηκε οι αξίες που χαρακτηρίζουν την ευγένεια του ανθρώπου έναντι των άλλων δημιουργημάτων ήταν ακόμη πολύ ισχυρές, όπως και στην δική του φτωχή κατά τα άλλα οικογένεια· γεγονός που του δώρισε άριστες αρχές και ενάρετο χαρακτήρα. Πολύ σύντομα έμεινε ορφανός από πατέρα και αυτό του στέρησε την δυνατότητα να έχει ιδιαίτερες σπουδές. Τελείωσε την Β Δημοτικοῦ, ώστε μόλις είχε τη δυνατότητα απλώς να διαβάζει και να γράφει χωρίς σωστό συντακτικό και με πολλά ορθογραφικά λάθη. Εργαζόταν στον τόπο της γεννήσεώς του, τελείωσε τη στρατιωτική του θητεία στο Ναυτικό και σε ηλικία περίπου 23 ετών βρισκόταν στην Αθήνα σαν μικροπωλητής.
Όνειρο - αποκάλυψη
Στην απλότητα των χρόνων εκείνων, σε ένα περιβάλλον πολύ κοσμικό, όπως ήταν τότε η Αθήνα, μία ευγενική ύπαρξη γεμάτη αυτοθυσία και αγάπη όπως ήταν ο Φραγκίσκος, αυτό ήταν το όνομά του πριν γίνει μοναχός, ζούσε μία ζωή έντιμη και προσεγμένη έως ότου κάποιες συγκυρίες του άλλαξαν τελείως την ζωή. Ενώ μελετούσε βιβλία παλαιών ασκητών της Εκκλησίας, ένα αποκαλυπτικό όνειρο του έδωσε μεγάλη ώθηση προς τον μοναχισμό. Βρέθηκε μπροστά σε μεγαλειώδεις ανακτορικούς χώρους και συνοδευόμενος από τους φύλακες του χώρου αυτού, φοβήθηκε, διότι δεν γνώριζε πως βρέθηκε εκεί, χωρίς να το αξίξει, όμως εκείνοι χαμογέλασαν με καλοσύνη και του είπαν ότι το να ανεβεί εκεί είναι επιθυμία και θέληση του Βασιλέως. Για την εποχή βέβαια εκείνη, αυτό ήταν ύψιστη τιμή. Εδώ όμως δεν συνάντησε ο Φραγκίσκος κάτι το επίγειο, αλλά περνώντας μέσα από ασύλληπτους για την γήϊνη διάνοια χώρους, σε μια ξένη για τους κοινούς θνητούς διάσταση, τον υποδέχτηκαν και του έδωσαν ενδυμασία πολύτιμη που έμοιαζε κατασκευασμένη από ολόλευκο φως, ενώ ταυτόχρονα του είπαν «από εδώ και στο εξής θα υπηρετείς εδώ».
Παρόμοιες “πληροφορίες” είχε συναντήσει ο Φραγκίσκος στην μελέτη των βίων των Γερόντων και ασκητών της ερήμου. Αυτό το όνειρο - αποκάλυψη συνοδευόταν και από μία υπερκόσμια θεϊκή ενέργεια. Αυτή η ενέργεια γέμισε τον εσωτερικό κόσμο του Φραγκίσκου με τον πόθο να γνωρίσει τον Δημιουργό του, να απομακρυνθεί από κάθε τι γήϊνο, να μιμείται -πριν γίνει ακόμη μοναχός- την προσευχή, την νηστεία και την αγρυπνία των ασκητών, στην Πεντέλη και σε άλλους χώρους κοντά στην Αθήνα, που ήταν σχεδόν στην εποχή του, ακατοίκητη.
Μία «τυχαία» γνωριμία του με ένα Αγιορείτη μοναχό, τον οδήγησε στο Άγιον Όρος και μάλιστα στα ερημικώτερα και ασκητικώτερα μέρη του, στα Κατουνάκια. Ο Φραγκίσκος δεν ήταν ακόμη έμπειρος ασκητής, είχε όμως ενημερωθεί από την μελέτη των βιβλίων των διαφόρων παλαιών ασκητών και την φυσική του συνείδηση, ότι για να ονομάζεται κανείς άνθρωπος πρέπει να έχει νικήσει μέσα του όλα τα πάθη που προσδίδουν στον ανθρώπινο χαρακτήρα, τον θηριώδη και άλογο τρόπο ζωής. Αυτός ο άλογος τρόπος ζωής, όπως έμπειρος αργότερα ασκητής, γράφει στα πνευματικά παιδιά που καθοδηγούσε, χαρακτηρίζεται από την υπερηφάνεια η τον εγωϊσμό, την φιλαυτία η την υπερβολική αγάπη του εαυτού μας και την πλεονεξία που ξεγελά τον άνθρωπο και τον κάνει να μαζεύει συνεχώς χρήματα. Σαν συνέχεια της αλυσίδας αυτών των κακών είναι ο θυμός και η ταραχή, το μίσος και γενικώτερα ο,τι αντιστρατεύεται την αγάπη.
Για να ξεκινήσει τον μοναχικό του αγώνα, σύμφωνα με όσα είχε διαβάσει, έπρεπε να συναντήσει άλλους έμπειρους γέροντες, ώστε με την δική τους καθοδήγηση να περπατήσει τον δρόμο προς την θέωση, να πολεμήσει με παράλογες επιθυμίες, να βρει συμπαράσταση από την θεία Χάρη, να νικήσει με την θεία ενέργεια κάθε μορφή κακίας, που είτε είχε κατακτήσει κάποιο μέρος της καρδιάς του τον καιρό που δεν εργαζόταν τις ευαγγελικές αρετές, είτε επρόκειτο να τον προσβάλλει για να του ανακόψει τον δρόμο. Στην προσπάθεια αυτή δυσκολεύθηκε· και ενώ έμενε προσωρινά στην πλέον ερημική περιοχή του Αγίου Όρους, την Βίγλα, που βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά του Όρους, και προσπαθούσε, όπως είχε διαβάσει στους βίους των οσίων, να προσεύχεται, να νηστεύει, να αγρυπνεί και να αναζητεί καθοδήγηση, κουράστηκε υπερβολικά, και με πόνο, αγωνία και δάκρυα παρακαλούσε τον Χριστό και την Κυρία Θεοτόκο για βοήθεια και συμπαράσταση. Από την ερημική Βίγλα κοίταζε προς την κορυφή του Άθωνα, στο εκκλησάκι της Παναγίας και γεμάτος ταπείνωση προσευχόταν, όταν ξαφνικά αισθάνθηκε κάποιο σκίρτημα χαράς στην καρδιά του και ταυτόχρονα είδε αισθητά ένα φως, το οποίο προερχόταν από το εκκλησάκι της Παναγίας, ακούμπησε πάνω του και του μετέδωσε υπερφυσικές ιδιότητες. Έχασε την αίσθηση του χώρου, χρόνου, της ύλης ακόμη και του σώματός του· η χαρά ήταν ανεπανάληπτη, το φως εκείνο ήταν ενωμένο με την ύπαρξή του και έξω από αυτόν, ενώ ταυτόχρονα η πονεμένη προσευχή του άλλαξε. Μέσα στην καρδιά του ακουγόταν ξεκάθαρα, ρυθμικά, με αίσθηση υπερφυσικής ειρήνης χωρίς πλέον δική του προσπάθεια το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», η σύντομη προσευχή που χρησιμοποιούν οι Αγιορείτες Πατέρες για να έχουν αδιάλειπτη την μνήμη του Θεού και των εντολών του, και επίσης να εκπληρώνουν, με αυτόν τον τρόπο, την εντολή του αποστόλου Παύλου «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α Θεσ. 5,17). Αυτή ήταν η πρώτη του εμπειρία, πραγματική αίσθηση, και πνευματική γνώση της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, η οποία μας δόθηκε κατά το άγιο βάπτισμα στα παιδικά μας χρόνια.
Από την ημέρα εκείνη απομακρύνθηκε περισσότερο από τους κατοικημένους χώρους, ζούσε με υπερβολική λιτότητα, το φαγητό του ήταν λίγο παξιμάδι κατά τις απογευματινές ώρες της ημέρας και αυτό το έπαιρνε από τις Μονές, για τις οποίες έφτιαχνε σκούπες από θάμνους, ενώ είχε ως αυστηρό πρόγραμμα την καλλιέργεια της προσευχής μέσα στην καρδιά του όπως τον δίδαξε η θεία Χάρις, η οποία μετά την αποκάλυψη εκείνη είχε συσταλεί και τώρα χρειαζόταν ο αγώνας της εργασίας του προγραμματισμού και της αναζητήσεως.
Οι υπερφυσικοί αγώνες και η νίκη
Στην κορυφή του Άθωνα την ημέρα της εορτής της θείας Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού, συνάντησε τον μετέπειτα συνασκητή του π. Αρσένιο, και αφού συμφώνησαν να αγωνιστούν μαζί, ζήτησαν την συμβουλή ενός πολύ εναρέτου και σοφού Γέροντος, του Γέροντος Δανιήλ του Κατουνακιώτη, που να μείνουν και πως να αγωνίζωνται. Και αυτός πολύ σοφά τους σύστησε να υποταχθούν σε κάποιο γέροντα ενάρετο, ακόμη και αν είναι πολύ απλός, να πάρουν την ευχή του και μετά την κοίμησή του να αγωνιστούν όπως τους αρέσει. Πράγματι παρέμειναν στα Κατουνάκια και έζησαν κοντά στους Γέροντες Εφραίμ και Ιωσήφ.
Η ασκητική ζωή εξωτερικά είναι μία μονοτονία όμως μέσα στο πρόγραμμα αυτό, στην λιτή ζωή και στην ησυχία ο άνθρωπος ενδοσκοπεί, παρακολουθεί τον εσωτερικό του κόσμο, με την δύναμη του φωτός της προσευχής ελέγχει όλες τις σκέψεις και τις ενέργειες που αυτές μεταφέρουν. Με την δύναμη της Χάριτος του Θεού διώχνει κάθε πονηρή σκέψη που υποβάλλει κυρίως, φαντασιώσεις υπερηφάνειας, οιήσεως και εγωισμού, σαρκικές αναπαύσεις, ηδονές και απολαύσεις “υπέρ το μέτρον”, συναισθήματα μίσους, ζήλειας και φθόνου, η ακόμη την προσκόλληση στα υλικά πράγματα, ώστε να κινδυνεύει κανείς να θυμώνει όταν του τα στερούν η να ανταποδίδει κακόν αντί κακού. Και αντί όλων αυτών με την θεία ενέργεια, με την παράλληλη προσοχή και απόφασή του να μοιάσει στον Θεό, ο ασκητής αποκτά επίγνωση της αδυναμίας του ανθρώπου. Χωρίς την δύναμη του Θεού και την συνεργασία με την θεία Χάρη δεν μπορεί να κάνει τίποτε αγαθό. Η θεία Χάρις τον βοηθά να μην «οίεται», δηλαδή να νομίζει ότι είναι σπουδαίος, και γνωρίζει έτσι την πατρική προστασία του Δημιουργού του. Εισέρχεται στον πρώτο ευαγγελικό μακαρισμό «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι»(Ματ. 5,3) που είναι η ταπείνωση, ο χαρακτήρας του Χριστού «μάθετε απ ἐμοῦ, ότι πράός ειμι και ταπεινός τη καρδία» (Ματ. 11,29).
Ο αντίθετος της ταπεινώσεως δρόμος τους μεν μοναχούς τους κάνει παράλογους, τους δε λαϊκούς τους στέλνει στο ψυχιατρείο.
Αποδιώκοντας, με την θεία ενέργεια, το μίσος, το θυμό, την ζήλεια, τον φθόνο και με την προσοχή και την σταθερή απόφασή του να εχθρεύεται όχι τους ανθρώπους αλλά την κακία, αποκτά ο ασκητής την αγάπη, την κορυφή όλων των αρετών, που τον κάνει όμοιο με το Θεό «ότι ο Θεός αγάπη εστί» (Α Ἰω. 4,8). Για την απόκτηση βέβαια όλων αυτών βοηθεί υπερβολικά το ότι ο νους δεν προσκολλάται σε τίποτε γήϊνο ούτε έχει επιθυμία προς κάτι υλικό, καθώς και η ακτημοσύνη.
Όταν η θεία Χάρις θέλει να αναδείξει κάποιον στο πνευματικό αξίωμα του διδασκάλου και του Πατέρα, τον περνά μέσα από διάφορες δοκιμασίες. Για την απόκτηση των παραπάνω χαρισμάτων χρειάζεται υπομονή, επιμονή, κόπος, θλίψη και έντονος αγώνας. Ο αγώνας αυτός στην ζωή των ασκητών αλλά και των συνειδητών χριστιανών ονομάζεται και είναι σταυρός, δηλαδή σαν την εσταυρωμένη ζωή του Κυρίου.
Εν τω μεταξύ αγωνιζόμενοι στα Κατουνάκια πέθανε ο ένας από τους Γέροντες, ο Ιωσήφ, ενώ στο όνομά του είχε ήδη καρεί μοναχός ο μακαριστός μας Γέροντας, ο πρώην Φραγκίσκος και τώρα πλέον Ιωσήφ.
Μεγάλες δοκιμασίες από το εργόχειρο και κάποιες συνήθειες των περιοίκων μοναχών ανάγκασαν τον Γέροντα Εφραίμ και τους δύο υποτακτικούς Ιωσήφ και Αρσένιο να ανεβούν ψηλότερα στην περιοχή του Αγίου Βασιλείου. Οι δυσκολίες λόγω της ακτημοσύνης ήταν απερίγραπτες· εκεί αναγκάστηκαν να φτιάξουν ένα μικρό καλυβάκι διαμονής με απερίγραπτους κόπους. Εκεί αργότερα σε βαθειά γεράματα πέθανε και ο Γέροντας Εφραίμ, ενώ για τον Γέροντα Ιωσήφ ξεκίνησαν οι μεγάλοι πνευματικοί αγώνες.
Όποιος μοναχός έχει την διάθεση να ανεβεί πολύ ψηλά, να ξεπεράσει όχι μόνο την κακία αλλά και αυτή την φυσική κίνηση της σαρκικής ηδονής, θα του δοθεί η υπερφυσική νίκη, αλλά με υπερφυσικούς αγώνες και υπερφυσική συμπαράσταση της Χάριτος του Θεού. Αυτοί οι αόρατοι δρόμοι που ακολουθήθηκαν παλαιά από τους αγίους Πατέρες και ήταν γνωστοί ακόμη και στους απλούς χριστιανούς στον κόσμο, στους γονείς μας και τους παππούδες μας, σήμερα λόγω της διεισδύσεως ξένων τρόπων ζωής είναι ελάχιστα γνωστοί, καλλιεργούνται όμως και σήμερα στο Άγιον Όρος και στην Εκκλησία γενικώτερα.
Το όραμα του δοξασμένου στρατηγού
Ο μακαριστός Γέροντας πριν ξεκινήσει τον ασκητικό του αγώνα είχε πόθο να ζήσει μία πολύ πνευματική ζωή, και δεν υπολόγιζε κόπους σωματικούς, νηστείες και θλίψεις, υπομονή στην προσευχή και ο,τι άλλο χρειαζόταν για να πετύχει τον σκοπό του. Έτσι προσευχόμενος στο μικρό καλύβι του στον Άγιο Βασίλειο μέσα στην ησυχία της ερημιάς και της νύκτας, το άκτιστο φως της θείας Χάριτος αυξήθηκε υπερβολικά μέσα του με άπειρη γλυκύτητα και ξαφνικά εμφανίστηκαν μπροστά του ένα τάγμα μοναχών σαν παράταξη και απέναντί τους πάλι σαν είδος στρατού πολλοί μαύροι εξαγριωμένοι με άσχημη όψη και διάθεση. Τον πλησίασε ένας δοξασμένος από θεϊκό φως στρατηγός και του είπε: «Επιθυμείς να πολεμήσεις στην πρώτη γραμμή;» και ενώ ο μακαριστός Γέροντας του απάντησε ναι, χαρούμενα και με γενναιότητα, οδηγήθηκε τελείως μπροστά όπου ήταν ένας η δύο μοναχοί ενώ ταυτόχρονα του μίλησε ο οδηγός του και του είπε ότι: «όποιος θέλει να πολεμήσει ανδρεία με αυτούς τους σκοτεινούς δεν τον εμποδίζω αλλά τον βοηθώ».
Οκτώ χρόνια ακόμη αγωνίστηκε σκληρά εναντίον κάθε δαίμονος και κυρίως αυτού που προκαλεί την ανηθικότητα και την πορνεία. Στο διάστημα αυτό ο αγώνας ήταν εξαντλητικός, κοιμόταν λίγο σε ένα είδος καρέκλας και δεν ξάπλωνε· νήστευε και προσευχόταν αδιάλειπτα, όταν έφθανε σε υπερβολική κόπωση και θλίψη τον παρηγορούσε η Χάρις του Θεού. Ο ίδιος στηρίζοντας αργότερα τα πνευματικά του παιδιά τους διηγόταν πολλές από αυτές τις θεϊκές παρηγοριές.
Στο διάστημα αυτό γνώρισε ένα πολύ ενάτερο ασκητή τον Γέροντα Δανιήλ που έμενε στο κάθισμα του Αγίου Πέτρου μετά από την ερημική και πανέμορφη περιοχή των Κρύων Νερών.
Ο ίδιος διηγείται: «Η τάξις μου ήτο να εσθίω άπαξ της ημέρας ολίγον· με μέτρον, ψωμί και φαÀ. Και καν Πάσχα η Απόκρηες ένα ήτον εις ημάς φαγητόν. Άπαξ. Και εις όλον το έτος ολονύκτιος αγρυπνία. Την τάξιν αυτήν παρελάβαμε με τον Γέρο-Αρσένιον από ένα νηπτικόν και άγιον Γέροντα, τον Παπα-Δανιήλ. Είχε και άλλους ετότε αγίους πολλούς. Αυτός ήτον ο ένας. Και ιερεύς και ησυχαστής άκρον. Δεν εδέχετο εις την λειτουργίαν κανένα. Βαστούσε η λειτουργία του τρισήμισυ και τέσσαρες ώρες. Από τα δάκρυα δεν ημπορούσε να δώση τας εκφωνήσεις. Εγένετο λάσπη το έδαφος. Δι αὐτό και αργούσε πολύ. Αυτός ήτον πενήντα και πλέον ετών ιερουργός. Μίαν ημέραν δεν εννοούσε να αφήση την θείαν λειτουργίαν. Και την Σαρακοστήν όλες τες ημέρες έκαμε Προηγιασμένες. Και μέχρι τέλους χωρίς ασθένειαν εκοιμήθη… Αυτός δεν εδέχετο κανένα ως είπομεν· αλλ’ εγώ επειδή ήμην πολύ επιτήδειος να ερευνώ δια να μάθω - δι αὐτό, η και οικονομία Θεού, όπου θερμώς τον εζητούσα - εσυγκατέβη και με εδέχετο. Και εις κάθε φοράν με έλεγεν ολίγα πλήρη χάριτος λόγια. Και εβάδιζα όλην τη νύκτα δια να πάω εκεί μόνος, να ιδώ την όντως θείαν εκείνην παράστασιν, και να ακούσω ένα - δύο λογάκια… Ήσαν και άλλοι πολλοί, έχοντες έκαστος ίδιον χάρισμα και πάντες ηγιασμένοι, ευωδιάζοντες ως κρίνα την έρημον».
Στον Άγιο Βασίλειο έγινε γνωστός πλέον ο Γέροντας και πολλοί τον επισκέπτονταν για συμβουλές, έτσι ενοχλούμενος στην ησυχία του αναζητούσε άλλο χώρο ησυχαστικό και δύσβατο, κρυμμένο από τους πολλούς. Δεν άργησε να ανακαλύψει τις σπηλιές στη Μικρά Αγία Άννα. Ήταν τόπος στενός και δύσβατος. Ο χώρος για να κτιστεί ένα μικρό πήλινο καλυβάκι, όπως συνήθιζαν, ήταν σχεδόν ακατάλληλος.
Όλη τους η περιουσία ήταν λίγα βιβλία και τα ρούχα που φορούσαν. Μετακόμισαν εκεί τον Ιανουάριο του 1938. Οι κόποι, οι παρατεταμένες νηστείες και αγρυπνίες κατέβαλαν πλέον το σώμα του Γέροντος. Αναγκάστηκαν και έκτισαν μία μικρή πόρτα στους βράχους που ήταν η μοναδική φυσική είσοδος, λίγο μετά έκτισαν κάτω από τη σπηλιά ένα μεγαλύτερο καλύβι με ξύλα, βέργες και πηλό, το οποίο διαίρεσαν σε τρία πολύ μικρά δωμάτια. Ήταν δε τόσο μικρό που με κόπο μπορούσε να εξυπηρετηθεί άνθρωπος περιορισμένων απαιτήσεων, και αντί πόρτας χρησιμοποιούσαν το παράθυρο.
Για εννέα χρόνια στην συνοδία τους στη Μικρά Αγία Άννα ήταν μόνο οι δύο τους ο Γέροντας Ιωσήφ, ο π. Αρσένιος και ο εφημέριος που έμενε μαζί τους μία η δύο φορές την εβδομάδα για την θεία Λειτουργία. Ο εφημέριος αυτός, ενάρετος ιερομόναχος, ήταν ο μετέπειτα πολύ γνωστός στο Άγιον Όρος παπα Εφραίμ Κατουνακιώτης.
Η επιθυμία να μην έχουν απολύτως τίποτε εκτός από τα πιο αναγκαία ξεκινούσε από τον πόθο της αγάπης του Θεού ώστε τίποτε να μην ενοχλεί την γαλήνια και καθαρή προσευχή τους, τίποτε να μη διασπά την προσοχή τους. Ο νους ανάλαφρος να αντιμετωπίζει τις εχθρικές προσβολές, να ζει μέσα σε απερίγραπτη εσωτερική και εξωτερική ησυχία, να ενώνεται ακατάληπτα σε θείους έρωτες με το Πνεύμα το Άγιο του Θεού.
Ο άνθρωπος καταπατά το νόμο της συνειδήσεως και των εντολών του Θεού, πιστεύοντας ότι θα ευτυχήσει και θα είναι έμπλεος ηδονής αν ενεργήσει παρά τους δύο αυτούς νόμους. Και πράγματι καταπατώντας την ηθική αξία της εντιμότητας στις συναλλαγές κερδίζει κανείς σε ύλη, καταστρέφοντας την πνευματική του υπόσταση και νοιώθοντας μία ηδονή η οποία στην γλώσσα του Ευαγγελίου αποτελεί αμαρτία, το ίδιο συμβαίνει και στην πορνεία, στην μοιχεία, στο ψεύδος κ.λ.π.
Η αιτία που ο άνθρωπος θεωρεί την αμαρτία ως αγαθό είναι η ηδονή. Μέσα στην ασκητική ζωή της Ορθοδοξίας, οι ασκητές δεν ήταν άνθρωποι οι οποίοι μισούσαν το σώμα τους, αλλά με την νηστεία και τον κόπο νικούσαν τα πάθη που προκαλούν οι ηδονές του σώματος, ενώ με την σιωπή και την ταπείνωση νικούσαν τον εγωισμό και την υψηλοφροσύνη, με την συνεργασία πάντοτε της θείας Χάριτος. Έτσι επιδίδονταν σε αγώνες φιλοπονίας, ησυχίας, σιωπής και προσευχής με σκοπό να φθάσουν στην ένωση με τον Θεό και την τέλεια αγάπη.
Η συνάντηση με τον Γέροντα Ιωσήφ τον Βατοπαιδινό
Το 1947 και ενώ ο Γέροντας Ιωσήφ συνεχίζει την σκληρή και αυστηρή ασκητική του ζωή, δέχτηκε στην συνοδία του μετά από προσευχή, τον Γέροντα Ιωσήφ που σήμερα είναι σχεδόν 80 ετών και ζει στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου. Όταν προσέγγισε τον Γέροντα Ιωσήφ, εκείνος δεν τον δέχτηκε σαν μαθητή του· όμως παρακαλώντας τον επίμονα απέσπασε στο τέλος την υπόσχεση ότι θα προσευχόταν ο Γέροντας και θα του απαντούσε τελικά μετά από θεϊκό φωτισμό και πληροφορία. Ο ίδιος Γέροντας Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός στον εκτενή βίο που έχει συγγράψει για τον Γέροντά του αναφέρει: «Όταν την επομένη μέρα, μετά εναγώνια αναμονή, άκουσα την συγκατάθεση του Γέροντα ότι με δέχεται, άνοιγε για την ευτέλειά μου η νέα σελίδα της ταπεινής μου ζωής. Μόνον από τότε δεν είχα αμφιβολίες η απορίες, αλλά με όλο το πλήρωμα της πληροφορίας και πίστεως ευρήκα αυτό που νοσταλγούσα και προγραμμάτιζα, που ήταν και το μακρινό μου όνειρο. Έμενα πια μόνιμα μαζί τους, όταν ο Γέροντας εγκατέλειψε το κελλάκι του όπου έμενε και πήγε μακρύτερα, διακόσια περίπου μέτρα, σε άλλο κελλί που του είχα ετοιμάσει και έμενε εκεί μόνος του. Μετά την αγρυπνία μας μέχρι τα μεσάνυχτα, πηγαίναμε στον Γέροντα, διότι ενωρίτερα δεν δεχόταν ποτέ. Ένα μεσημέρι μετά το γεύμα, όταν του έβαλα μετάνοια για να φύγω στο κελλί μου όπως πάντα, μου έσφιξε το χέρι και μειδιών μου είπε· “απόψε θα σου στείλω ένα δεματάκι και πρόσεξε να μη το χάσης”. Εγώ δεν κατάλαβα τι εννοούσε ούτε το σχολίασα καθόλου μέσα μου και έφυγα. Μετά την ανάπαυση, όπως πάντοτε, αρχίσαμε την αγρυπνία μας και ετοιμάσθηκα, καθώς μου είχε δείξει, να αρχίσω την προσευχή μου κρατώντας όσο μπορούσα τον νου μου και τα για το δεματάκι τα ξέχασα τελείως. Δεν θυμάμαι πως ξεκίνησα, αλλά ξέρω καλά ότι μόλις άρχισα δεν πρόλαβα να προφέρω πολλές φορές το όνομα του Χριστού μας και γέμισε η καρδιά μου αγάπη προς τον Θεόν. Έξαφνα πολλαπλασιάσθηκε τόσο πολύ, που δεν προσευχόμουν πλέον, αλλά θαύμαζα με έκπληξιν το ξεχείλισμα αυτό της αγάπης. Ήθελα να αγκαλιάσω και να ασπασθώ όλους τους ανθρώπους και όλη την κτίση και συγχρόνως σκεφτόμουν τόσο ταπεινά, που ένοιωθα πως είμαι κάτω από όλα τα κτίσματα. Το πλήρωμα όμως και η φλόγα της αγάπης μου ήταν προς τον Χριστό μας, που αισθανόμουν ότι ήταν παρών, αλλά δεν μπορούσα να τον ιδώ, για να προσπέσω στους αχράντους πόδας Του και να τον ρωτήσω, πως πυρπολεί τόσο τις καρδιές και μένει κρυμμένος και άγνωστος; Είχα, τότε, μίαν λεπτήν πληροφορία ότι αυτή είναι η Χάρις του Αγίου Πνεύματος και αυτή είναι η βασιλεία των ουρανών, που ο Κύριός μας λέγει ότι ευρίσκεται εντός ημών· και έλεγα· “ας μείνω; Κύριέ μου, έτσι και δεν χρειάζομαι άλλο τίποτε”. Αυτό κράτησε αρκετήν ώρα και σιγά-σιγά επανήλθα στην πρώτη μου κατάσταση πάλι και περίμενα με αγωνία, ανυπόμονα, να έλθη η κατάλληλη ώρα να πάω στον Γέροντα να τον ρωτήσω τι ήταν αυτό το πράγμα και πως έγινε. Ήταν περίπου 20 Αυγούστου και η σελήνη ολόφωτη, όταν πήγα τρέχοντας και τον ευρήκα έξω από το κελλί του να περπατάη στο μικρό του προαύλιο. Μόλις με είδε, άρχισε να μειδιά και, πριν του βάλω μετάνοια, μου είπε: “Είδες τι γλυκύς που είναι ο Χριστός μας; Κατάλαβες πρακτικά τι είναι αυτό που επίμονα ρωτούσες; Τώρα βιάζου να κάμης κτήμα σου αυτή τη Χάρι και να μη σου την κλέψη η αμέλεια”».
Η κοίμηση του Γέροντος
Οι σκληροί αγώνες στην νεανική ζωή του Γέροντα, οι στερήσεις, οι αδιάκοποι κόποι, οι απόκρημνοι και δύσβατοι χώροι όπου ασκήτευε τον κατέβαλαν σωματικά ώστε να φαίνεται υπέργηρος. Της Σαρακοστής το πρόγραμμα για φαγητό ήταν 75 γραμμάρια αλεύρι κοινό για τον καθένα, βρασμένο με λίγο νερό σε κονσερβοκούτι με λίγο αλάτι, κατά την ενάτη βυζαντινή ώρα, περίπου τρεις ώρες πριν την δύση του ηλίου.
Όταν αργότερα στον χώρο αυτό προσήλθαν ακόμη δύο αδελφοί, ο νυν Προηγούμενος Γέροντας Εφραίμ της Ιεράς Μονής Φιλοθέου και ο Προηγούμενος Γέροντας Χαράλαμπος της Ιεράς Μονής Διονυσίου, οι δυσκολίες διαμονής έγιναν αξεπέραστες, η κατασκευή νέων χώρων διαμονής σχεδόν αδύνατη. Τέλος με υπεράνθρωπες προσπάθειες κατασκεύασαν ένα χώρο πιο βαθειά στον οποίο απεσύρθη ο Γέροντας Ιωσήφ για ησυχία, ενώ στο αρχικό πήλινο σπιτάκι παρέμειναν οι τρεις νέοι υποτακτικοί.
Πολύ σύντομα όμως οι δυσκολίες δημιούργησαν έντονα προβλήματα υγείας σε όλους και ακόμη περισσότερο στους νεώτερους. Έτσι αποφασίστηκε να κατεβούν πιο χαμηλά όπου υπήρχαν ευνοϊκότεροι χώροι διαμονής και προτιμήθηκε η Νέα Σκήτη κατόπιν προτροπής του πατρός Θεοφυλάκτου που έμενε στην καλύβη των Αγίων Αναργύρων της Σκήτεως και ήταν πολύ αγαπητός στον Γέροντα Ιωσήφ. Αυτό έγινε το 1951.
Για μία ακόμη φορά προσπάθησαν να δημιουργήσουν χώρους διαμονής στα ψηλότερα και ασκητικότερα μέρη της Νέας Σκήτης, οι δυσκολίες και πάλι απερίγραπτες εφόσον σαν ακτήμονες δεν είχαν ούτε τα απαραίτητα εργαλεία, αλλά ούτε και την οικονομική δυνατότητα.
Η συνήθεια όμως στις στερήσεις έκανε και την δοκιμασία αυτή υποφερτή και σε σύντομο χρονικό διάστημα είχαν ετοιμάσει καταλύματα και συνέχιζαν το πνευματικό τους πρόγραμμα. Όμως ο Γέροντας είχε ήδη καταβληθεί, η υγεία του πήγαινε προς το χειρότερο, δύο σοβαρές ασθένειες, η μία μετά την άλλη επέφεραν το τέλος της επίγειας ζωής του την 15η Αυγούστου 1959.
Ο βιογράφος του αναφέρει: «Οι τελευταίες μέρες του ήσαν πολύ οδυνηρές, γιατί η προχωρημένη πλέον ανεπάρκεια του εμπόδιζε την αναπνοή και κοπίαζε πολύ. Αυτό όμως για μας ήταν μάθημα και αφορμή πρακτικής υπομονής. Αισθανόμενοι τον αγώνα του και ενώ προσπαθούσαμε να τον ανακουφίσωμε, αυτός μας παρηγορούσε καταλλήλως με πρακτικά παραδείγματα αναφερόμενος ιδίως στην ματαιότητα του κόσμου. Μας έλεγε· “κοντεύει η μέρα μου να φύγω. Όπως έγινα, δεν είμαι τώρα για τίποτα, ούτε μπορώ ν ἀγωνισθῶ άλλο”. Ο αείμνηστος δεν ξεχνούσε διόλου τον σκοπό του και με διάφορες επίνοιες, σε κάθε πρόφασι της ζωής, εύρισκε μέσον αγώνος και καρποφορίας. Μη δυνάμενος να κινηθή ούτε και να ξαπλώση, για την ασθένειά του, καθόταν σε μια πρόχειρη πολυθρόνα από αυτές τις πτυσσόμενες και έκλαιε συνεχώς την ματαιότητα του βίου.Ανέμενε την απόλυσί του από αυτή τη ζωή σαν τον ευτυχέστερο κλήρο και ψιθύριζε τροπάρια των κεκοιμημένων, όταν δεν τον πίεζε η δύσπνοια. “Αρσένιε, έλεγε χαριεντιζόμενος, πότε φεύγομε; Δεν εύχεσαι, φαίνεται, και αργούμε”. Επί σαράντα σχεδόν ημέρες, τις τελευταίες του, δεν έτρωγε τίποτε· μόνο κοινωνούσε κάθε μέρα και έπαιρνε λίγο καρπούζι. Ο Γέροντας είχε τόση φροντίδα και μέριμνα για την έξοδό του, που νόμιζε κανείς ότι όντως πρόκειται να ταξιδέψη αυτήν την ώρα και περίμενε το μέσο της μεταφοράς. Εμείς απεγνωσμένα προσπαθούσαμε με ο,τι μέσο μπορούσαμε, επιστημονικό η πρακτικό, τουλάχιστον να τον ανακουφίσωμε, γιατί κατά διαστήματα η δύσπνοια τον δυσκόλευε πολύ. Εκείνος όμως μας έλεγε· “μη κοπιάζετε, παιδιά, δεν πρόκειται να μείνω. Από πόσο καιρό περιμένω αυτή την ώρα! Μόνον εύχεσθε να μην εμποδίση τίποτα την ελπίδα μου. Έως ότου ζη ο άνθρωπος, δεν μπορεί ν ἀμεριμνήση”. Κατά την 14η Αυγούστου του 1959 ετοιμαζόταν πολύ και υπολογίζοντας την επομένη, που ήταν η εορτή της Κοιμήσεως, ανυπομονούσε· κάτι περίμενε. Συνάμα και η κατάστασί του είχε επιδυνωθή. Πέρασαν προηγουμένως φίλοι του λαϊκοί και τον χαιρέτησαν και, όταν του ευχήθηκαν ανάρρωσιν, τους είπε· “όχι, όχι· φεύγω σύντομα, όταν θ ἀκούσετε μετά τρεις ημέρες τις καμπάνες, να ξέρετε ότι έφυγεν ο φίλος σας· υπολογίζω της Παναγίας μας”. Την άλλη μέρα, στη μνήμη της Κυρίας μας Θεοτόκου, παρευρέθη στην Λειτουργία, μετά κόπου είπε το τρισάγιο και μετέλαβε για τελευταία φορά πλέον λέγοντας “εις εφόδιον ζωής αιωνίου”. Κοίταζε με επιμονή την εικόνα της Κυρίας μας, που τόσο την αγαπούσε, και σαν να της ζητούσε κάτι. Κάτι, που το γνώριζε ακριβώς αυτή. Τα ήρεμα δάκρυά του μαρτυρούσαν την προς αυτήν ενδόμυχη αίτησι της ψυχής του· αυτήν, που τόσες φορές τον παρηγόρησε και του συνέστησε να τρέφη βεβαίαν ελπίδα προς την ευσπλαγχνία της… Η Δέσποινά μας εξεπλήρωσε πληρέστατα την υπόσχεσί της προς τον αείμνηστο, να έχη την ελπίδα του σε Αυτήν, με την τελευταία δωρεά της, να παραλάβη την ψυχή του την ημέρα της αγίας Κοιμήσεώς της. Καθήμενος στην καρέκλα του και παλαίων με την συνεχιζόμενη δύσπνοια, κράτησε κοντά του τον πατέρα Αρσένιο, όπως πάντοτε, αφού έδωσε στους πάντας την ευχή του. Όταν ο πατήρ Αρσένιος θέλησε για μια στιγμή να του τρίψη λίγο τα πόδια του για μικρήν ανακούφισι, δεν τον άφησε και του είπε· “Παύσε, πάτερ Αρσένιε, μη κάνης τίποτε. Τέλειωσαν όλα. Φεύγω”. Έπιασε το χέρι του αχώριστου συνασκητού του, σαν να τον χαιρετούσε για τελευταία φορά, κοίταξε λίγο επάνω και παρέδωσε ήσυχα την μακαρίαν του ψυχή. Όταν μαζευτήκαμε όλοι γύρω του, αυτός δεν ήταν πλέον μαζί μας. Αφού πανηγύρισε μαζί μας την θεία μετάστασι της Κυρίας μας Θεοτόκου, έφυγε για να εορτάση και στους ουρανούς αυτήν την χαρμόσυνη ημέρα. Ήταν ημέρα Παρασκευή και ώρα πρωϊνή μετά την ανατολή του ηλίου. Την επομένη, που έγινε η κηδεία του -κατά την απαίτησί του, εκεί στον τόπο που ετελειώθη- ήλθαν όλοι οι Πατέρες της Σκήτης. Αγαπούσε όλους και ανταγαπάτο από όλους».
+ For English click here : Saint Joseph the Hesyhast
Elder Joseph the Hesychast and the Jesus Prayer
Struggles, Experiences, Teachings - Elder Joseph the Hesychast
Κυριακή 10 Μαΐου 2020
Πέμπτη 23 Απριλίου 2020
Τετάρτη 8 Απριλίου 2020
Γέροντας Εφραίμ της Αριζόνας - Elder Archimandrite Ephraim of Arizona
22x30cm- 8.6x11.8inch.
Egg tempera and gold leaf 23k.
|
"Θεού Θέα" Ντοκιμαντέρ για τη ζωή και τα μοναστήρια του Γέροντα Εφραίμ.
-------
Elder Archimandrite Ephraim (Moraitis) (born Ioannis Moraitis) (June 24, 1927 - December 7th, 2019) was an archimandrite and former abbot of Philotheou Monastery on Mount Athos, spiritual guide of several monasteries on Mount Athos and Greece, and the founder of several monasteries in the United States. He labored in Arizona at St. Anthony's Greek Orthodox Monastery.
Elder Ephraim was a hieromonk for 71 years and an elder for more than 50 years. He was a disciple of Saint Joseph the Hesychast of Mount Athos and lived in monastic obedience to him for 12 years until the saint's repose in 1959. Elder Ephraim wrote many books on his experiences and homilies of Saint Joseph.
Elder Ephraim was born in 1927 in Volos, Greece, in the day of Nativity of St. John the Baptist, and was given a baptismal name of John (Ioannis). He grew up in poverty and helped his father at work, but always tried to emulate the pious life of his mother Victoria (whom he later tonsured a nun with the name of Theophano). He began to desire the monastic life around 14 years of age, but he did not get a blessing from his spiritual father to leave and become a monk until he was 19.
Once, just a month before he left the world, his friends decided to visit elder Joseph the Hesychast. Ioannis did not have any valuable gift to send with them, so he sent a small pouch of vermicelli and wrote a note. When unpacking gifts, elder Joseph said: "This child will become a monk here". When the friends of Ioannis returned and told him these words, he just forgot it - he had no idea about his future monastic life and had no blessing from the spiritual father.
When Ioannis was a little baby, his mother had a vision and understood that he will become a monk at Mt. Athos. So she was preparing him all his life, having this vision in her mind, and when he was 19, she finally decided to send him to elder Joseph. And now the spiritual father did not object as well.
On September 26, 1947, Ioannis arrived at Mt. Athos to the St. Anna's skete. Elder Joseph got to know about his arrival from the patron saint of both Ioannis and of the keliya of Elder Joseph - St. John the Baptist. As elder Ephraim recalls in his book, at the pier he met Elder Arsenios who said: "Are you Iannakis from Volos?" - "Yes, how do you know me?" - "Elder Joseph knows that from the Fair Forerunner. He appeared to him today and said: I brought to you one sheep. Place it in your fence."
So Ioannis became a disciple of Saint Joseph the Hesychast who tonsure him in 1948 and gave him the name Ephraim. Ephraim was subsequently ordained a deacon, and then a priest. The life in the brotherhood under Elder Joseph was very austere and ascetical, and Ephraim made great spiritual progress under his holy Elder.
In his book, Elder Ephraim thanks Elder Joseph for his severe but very proficient teaching. Only after leaving the world, Ephraim understood his very strong pride. In the world, he lived a chaste and pious life and was thinking high of himself. Only with Elder Joseph he began to see it, especially when the Elder made comments about his behavior. During 12 years, Ephraim heard his name from the Elder only twice - all other times he used only abusive nicknames. But behind his back, the Elder constantly blessed him - Ephraim got to know this later from other people. Also during confession of thoughts, Elder Joseph never spoke sharply. He described in detail the origin of thoughts and mistakes, so Ephraim thought that Elder knows him better than he knows himself.
After Elder Joseph's repose in 1959, Elder Ephraim continued to live in asceticism for many years until he became the abbot of the Holy Monastery of Philotheou in 1973, where he was able to revive the spiritual life in a short time. Due to the reputation of Elder Ephraim, the monastery's brotherhood grew rapidly. Elder Ephraim was asked by the council of Mount Athos to revive and expand several other monasteries on Mount Athos which had a dwindling number of monks. These monasteries were Xeropotamou, Konstamonitou, and Karakallou. He was also asked to repopulate the Great Lavra but declined. These monasteries are still under his spiritual guidance today. Along with the monasteries on Mount Athos, there are several other monasteries in Greece under Elder Ephraim's spiritual guidance, including the monastery of St. John the Forerunner in Serres, that of Panagia the Directress in Portaria (Volos), and that of the Archangel Michael, a formal metochion of Philotheou on the island of Thasos.
In 1979, Elder Ephraim became ill and needed a surgery. Then his spiritual children from Canada offered to do the surgery in Canada. The Elder agreed, the operation was successful. For more than a month Elder Ephraim stayed in America and met representatives of the Greek community. He got to know that the spiritual life in the Greek circles have been disrupted, people stayed for a long time without confession and with grave sins, were taking Communion totally unprepared, did not keep the canons of the Church. They forget the pious Orthodox life, Greek national traditions and were accustomed to vicious life.
Father Ephraim decided to go to America more and more often. He first visited Canada: Toronto, Vancouver, Montreal, and then he was invited to the United States. In the end, the council of the Holy Mountain warned him that he can not continue this way and must choose: either the Holy Mountain, or America. The Elder began to pray and it was revealed that his place is in America. He decided to move to the U.S. - for the spiritual care of his flock and the revival of spiritual life in the Greek communities of North America.
At first, the Synod of the Archdiocese of the Ecumenical Patriarchate in America resisted and Elder Ephraim had to seek help from ROCOR. As Elder Ephraim recalls: "I was received here with great love and genuine understanding". A year later, under personal patronage of the Patriarch of Constantinople, the problem of jurisdiction was resolved. Elder Ephraim honorably returned to his mother church and was given the right to establish monasteries in Canada and the United States. He then proceeded to establish 17 monasteries throughout North America, always after receiving permission from each Greek bishop of the area.
The first monastery that was established by Elder Ephraim was that of Nativity of the Mother of God in Pennsylvania, near the city of Pittsburgh. The main monastery has the name of St. Anthony the Great and is located in the middle of the Sonoran Desert in Arizona. Here Archimandrite Ephraim resides most of the time. He arrived to the desert in 1995 with 5 monks. There was no electricity, no water, no building materials. But the Elder was not afraid of difficulties and urged the brethren not to despair and believe in God. He said: "We came to build the temple and the monastery and, for our diligence, God will bless our work". Soon people began to donate money and materials, the main church was built in just 4 months. The whole territory was planted with olive and citrus gardens.
Elder Ephraim developed a reputation of being a grace-filled confessor, a true Athonite elder, and had thousands of spiritual children around the world: monastics, clergy, and laity. He is considered by many to be the first to establish an authentic Athonite monastery on American soil. In his life, Elder Ephraim founded seventeen monasteries in the United States and Canada for women and men alike, as well as a nursing home.
On December 7th, 2019 at 10pm (Mountain Standard Time), Elder Ephraim fell asleep in the Lord at St. Anthony's Greek Orthodox Monastery in Florence, Arizona.
https://www.stanthonysmonastery.org/
Αγία Θωμα'ί'ς - Saint Thomais
20x30cm 7.8x11.8inch Egg tempera gold halo |
Η Αγία είχε μία κατά πάντα ευλογημένη οικογένεια. Με τον σύζυγό της συνδεόταν με αληθινή και ανυπόκριτη αγάπη. Την ειρηνική τους όμως συνύπαρξη την φθόνησε ο εφευρέτης της κακίας, διάβολος και θέλησε να τους χωρίσει, μάλιστα δε με τραγικό τρόπο.
Κάποτε που η Θωμαΐδα ήταν μόνη της στο σπίτι, επειδή ο σύζυγός της έλειπε σε δουλειές, δέχθηκε ανήθικη επίθεση από τον πατέρα του συζύγου της, δηλαδή τον πεθερό της, ο οποίος κυριευμένος από το δαίμονα της πορνείας και υποδουλωμένος στο πάθος της ακολασίας, ήθελε να έχει μαζί της ερωτική σχέση. Η Αγία, η οποία είχε πάντοτε ζωντανή στη μνήμη της την αίσθηση της πανταχού παρουσίας του Θεού και ζούσε με αγνότητα και σωφροσύνη, αντιστάθηκε με σταθερότητα και παρρησία. Προσπάθησε να τον πείσει ότι κάτι τέτοιο δεν πρέπει να γίνει, επειδή είναι αντίθετο με το θέλημα του Θεού, το οποίο ήταν γι' αυτήν τρόπος ζωής και πηγή εμπνεύσεως. Τυφλωμένος όμως εκείνος από το πάθος, επέμενε απειλώντας την με θάνατο. Η Αγία Θωμαΐς συνέχισε να αντιστέκεται και προτίμησε τον θάνατο από την υποδούλωση στο κράτος της αμαρτίας και την εξουσία του θανάτου. Γιατί η έξοδος με μαρτυρικό τρόπο από την παρούσα σύντομη ζωή για την δόξα του Θεού δεν είναι θάνατος, αλλά μετάβαση από τον θάνατο στη ζωή. Είναι νίκη της ζωής επί του θανάτου.
Ο δυστυχής εκείνος την μαχαίρωσε θανάσιμα και μετά το τραγικό αυτό περιστατικό έχασε το φως του και γύριζε μέσα στο σπίτι σαν χαμένος. Στην κατάσταση αυτή τον βρήκαν κάποιοι γείτονες που έψαχναν για τον υιό του, και τον παρέδωσαν στις αρχές για να δικαστεί. Ενώ η Θωμαΐδα, όπως γράφει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, «ἔλαβε στέφανον μάρτυρος διὰ τὴν σωφροσύνην».
Ο προϊστάμενος της σκήτης της Αλεξανδρείας, μοναχός Δανιήλ, μόλις πληροφορήθηκε το μαρτυρικό τέλος της Θωμαΐδος, κατέβηκε αμέσως στην πόλη με μερικούς μοναχούς και παρέλαβε το ιερό λείψανο της Αγίας. Το μετέφερε με ευλάβεια στη Σκήτη και το ενταφίασε με τιμές στο κοιμητήριο των Πατέρων. Τότε συνέβη και το εξής θαυμαστό. Κάποιος μοναχός, ο οποίος πολεμείτο από τον δαίμονα της πορνείας και είχε ταλαιπωρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, προσευχήθηκε στον τόπο που ενταφιάσθηκε το λείψανο της Μάρτυρος, ζητώντας την βοήθειά της. και αφού άλειψε το σώμα του με λάδι από το καντήλι που έκαιγε στον τάφο της, απαλλάχθηκε από τον πειρασμό και ειρήνευσε. Αλλά κατά καιρούς και άλλοι πιστοί, μοναχοί και λαϊκοί, που βασανίζονταν από σαρκικούς πειρασμούς, προσεύχονταν στην Αγία και με τις πρεσβείες της ενισχύονταν στον αγώνα τους ή και απαλλάσσονταν από το πάθος.
-------------------------------------------
The troubles of your life, as a rational offering, you offered to Christ, and the strength of miracles, O Righteous one, shone forth. Therefore as a a divine example of marriage, we praise you O Thomais, and faithfully cry out, Hail pure boast of the island of Lesvos.
Σάββατο 21 Μαρτίου 2020
Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2020
Άγιος Πορφύριος - Saint Porphyrios (Bairaktaris)
30x40cm - 11.8x 15.7inch
Egg tempera and gold leaf 23 k.
|